κι ακούς τη βροχή
να πέφτει
στη μέση εσύ
σε κύκλο αυτή
στη σκάλα, στον ακάλυπτο, στο μπαλκόνι, στην τέντα, στη ροδιά, στο βλέφαρο, στο τζάμι, στο σεντόνι, στο πάτωμα, στο στόμα, στο λαιμό,
να σε πνίγει,
κι αναρωτιέσαι πόσο ακόμα ουρανό
έχει να στραγγίξει,
πόσα φεγγάρια θολά,
έχει να γυαλίσει,
πόσα σύννεφα μαύρα,
έχει να ασπρίσει,
πόσα δάκρυα μόνα,
εχει να πλημμυρίσει,
πόσα αισθήματα άδεια,
έχει να γεμίσει
και πόσους ανθρώπους στεγνούς
μένει ακόμα
να ποτίσει
- κι είναι κι εκείνο το ποτιστήρι-βάτραχος
που μού 'ταξα θα σου πάρω
να σε ποτίζω στον κήπο μου
να μην σε φοβίζει πια μια στάλα βροχής
(το ποτιστήρι βγαίνει και σε άλλα ζωάκια,
το βάτραχο μόνο θυμάμαι)
να πέφτει
στη μέση εσύ
σε κύκλο αυτή
στη σκάλα, στον ακάλυπτο, στο μπαλκόνι, στην τέντα, στη ροδιά, στο βλέφαρο, στο τζάμι, στο σεντόνι, στο πάτωμα, στο στόμα, στο λαιμό,
να σε πνίγει,
κι αναρωτιέσαι πόσο ακόμα ουρανό
έχει να στραγγίξει,
πόσα φεγγάρια θολά,
έχει να γυαλίσει,
πόσα σύννεφα μαύρα,
έχει να ασπρίσει,
πόσα δάκρυα μόνα,
εχει να πλημμυρίσει,
πόσα αισθήματα άδεια,
έχει να γεμίσει
και πόσους ανθρώπους στεγνούς
μένει ακόμα
να ποτίσει
- κι είναι κι εκείνο το ποτιστήρι-βάτραχος
που μού 'ταξα θα σου πάρω
να σε ποτίζω στον κήπο μου
να μην σε φοβίζει πια μια στάλα βροχής
(το ποτιστήρι βγαίνει και σε άλλα ζωάκια,
το βάτραχο μόνο θυμάμαι)