Παρασκευή 21 Απριλίου 2017

*αγκαλίτσας

*και ξέμεινες εσύ
να τραγουδάς

it's a total eclipse of your heart

και το παιδί που είσαι
κανένας ουρανός
κανένα άστρο
κανένας ήλιος δε θα κρύψει

και φόρεσες γυαλάκια προστατευτικά
να μην κάψεις τα ματάκια τα γλυκά
και σύννεφα εφάνηκαν μικρά
και σκέπασαν τα βλέφαρα απαλά

και τότε φύσηξε

σκοτείνιασε η μέρα

σε πέλαγα και σε βουνά

στη γη πέρα ως πέρα

και τα παιχνίδια σου έβγαλες να παίξεις πάλι μόνος
να τραγουδάς να σου μιλάς να μη σε πάρει ο πόνος

και μια φωνούλα μέσα σου για πάντα θα σου λέει
πως της καρδιάς τα βάσανα κανένας δεν τα κλαίει

κι όταν μεγάλος θα γενείς
θα κρύβεσ' απ' τον ήλιο
με κόπερτον θα παστωθείς
να τονε κάνεις φίλο

εχθρός κανείς να μη σε βρει
να μη σε πάρει ο φόβος
στα όνειρα πάνω να πατάς
να σε ζηλεύει ο κόσμος

κι η νύχτα θά 'ρχεται συχνά
στα μαύρα να σε ντύνει
και τη μικρή ψυχούλα σου
σκοτάδι να την πνίγει

κι ένα τραγούδι βάλσαμο
στα χείλη σου θα παίζει
για να ξεχνιέσαι να γελάς
να μη σε νοιάζει γρέζι

κανένα νόημα μικρέ
σε όλα αυτά που γράφω
νεκροταφείο γίναμε
κι είπα να σου φωνάξω

κοίτα μπροστά όσο μπορείς
και πίσω μην κοιτάξεις
μπροστά μονάχα κοίταζε
και πίσω μη σου τάξεις

κι εδώ τελειώνω τώρα γω
το μοιρολόγι τούτο
τράβα ξεκίνα κι έρχομαι
κι αν δε με βρεις, καπούτο

Σχετική εικόνα




Δευτέρα 27 Ιουνίου 2016

*αδερφές Μπρόγιερ

τη νύχτα στο μπαλκόνι
ακούς την ανάσα σου
και ίσα που σε φτάνει το αεράκι
του ανεμιστήρα
μέσα από το παράθυρο

ησυχία
μόνο τα μηχανάκια
από μακριά
που βιάζονται
ανήσυχα

κι η τηλεόραση που εχει μείνει
ανοιχτή
να τραγουδάει

"my boy lollipop
αγόρι μου χαδιάρικο
μην εισαι πεισματάρικο
δώσ´ μου τα φιλιά σου"

το καλοκαίρι μοιάζει
να έχει κολλήσει πάνω σου
στους 50 βαθμούς
να σε μολύνει
αιώνια

κι ο ανεμιστήρας συνεχίζει να φυσάει
το τραγούδι τελείωσε
η τηλεόραση έκλεισε

στην οθόνη του λαπτοπ
οι παραλίες που βουτούσες
στον ιδρώτα
πριν

καλοκαίρι τελείωνε







Πέμπτη 1 Μαΐου 2014

*του Μάη υπό/σχεση

ο ανθισμένος κήπος στο πατρικό
με τις τριανταφυλλιές, τις ροδιές, τις γαρδένιες, το γιασεμί και τη μαμά μουριά
το πρώτο που αντίκριζα κάθε του Μάη πρώτη
όταν ξυπνούσα το πρωί και ορμούσα έξω
για να μαζέψω λουλούδια από το βουνό γύρω απ' το σπίτι

μαργαρίτες, παπαρούνες, χαμομήλι, ταραξάκο κι ένα σωρό άλλα μικρά και εύθραυστα
μια αγκαλιά
τα έπαιρνα μαζί μου λες και για πάντα
τα έπλεκα στεφάνι και το χάριζα στη μαμά - όχι μουριά, την άλλη

τα χωράφια τώρα έγιναν πολυόροφες κατοικίες
το ίδιο και το πατρικό

και δεν είναι ότι μου λείπει η φύση 
γύρω απ΄ το σπίτι

είναι ότι έλειψαν οι άνθρωποι
[που ήρθαν αντί για τη φύση
γύρω απ' το σπίτι]

είναι ότι δεν μάγιεψε ποτέ
αυτό που μας ενώνει

η χαρά να ξυπνάς το πρωί
για να φτιάξεις στεφάνια
του Μάη υπόσχεση
για πάντα ανθισμένη

*λίγες παπαρούνες φυτρώνουν πια, πολύ λίγες
τό 'δες κι εσύ;


Τετάρτη 16 Απριλίου 2014

*πέφτεις βροχή

κι ακούς τη βροχή
να πέφτει
στη μέση εσύ
σε κύκλο αυτή
στη σκάλα, στον ακάλυπτο, στο μπαλκόνι, στην τέντα, στη ροδιά, στο βλέφαρο, στο τζάμι, στο σεντόνι, στο πάτωμα, στο στόμα, στο λαιμό,
να σε πνίγει,

κι αναρωτιέσαι πόσο ακόμα ουρανό
έχει να στραγγίξει,

πόσα φεγγάρια θολά,
έχει να γυαλίσει,
πόσα σύννεφα μαύρα,
έχει να ασπρίσει,
πόσα δάκρυα μόνα,
εχει να πλημμυρίσει,
πόσα αισθήματα άδεια,
έχει να γεμίσει

και πόσους ανθρώπους στεγνούς
μένει ακόμα
να ποτίσει

- κι είναι κι εκείνο το ποτιστήρι-βάτραχος
που μού 'ταξα θα σου πάρω
να σε ποτίζω στον κήπο μου

να μην σε φοβίζει πια μια στάλα βροχής

(το ποτιστήρι βγαίνει και σε άλλα ζωάκια,
το βάτραχο μόνο θυμάμαι)






Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2013

*καθημερινές διαδρομές

κατεβαίνοντας την Αιόλου και ανηφορίζοντας την Μπενάκη κάθε μέρα συναντάς κάθε λογής εμπειρίες
άγνωστους που σε χαιρετάνε εγκάρδια
γνωστούς που αποφεύγουν να διασταυρώσουν το βλέμμα και γίνονται μαύρα πουλιά
φίλους που τυχαία σε πάνε για καφέ
σκύλους που μοιραία σου γαβγίζουν γιατί παραβιάζεις το ζωτικό τους τετράγωνο
το παλιό Μετρόπολις που ανακαινίστηκε για να αντέξει την εγκατάλειψη
ένα μπαρ-φάντασμα
το νέο-πεϊνιρλάδικο
διάφορα μαγαζιά αγνώστου ταυτότητας
τις 2 γλυκές κυρίες του φωτοτυπάδικου
το μαγαζί με τα πανάκριβα προϊόντα του τόπου μας
με το καλύτερο ψωμί της πόλης μας
γάλα "γαϊδούρας"
το βιβλιοπωλείο της πρωτοπορίας και το ΟΚ-μίνι-μάρκετ
που συχνά μπαίνεις στο πρώτο και δε σου μένουν λεφτά για το δεύτερο
κατουρομυρωδιά και πατημένα σκατά
τον παλιό Λαμπρόπουλο με τις πιο γκροτέσκες βιτρίνες που είδες ποτέ
ένα ξεχασμένο Δημαρχείο στα πέρατα της πλατείας Κοτζιά
τον Αντρέα που τον λένε φτερού να σε φωνάζει γλυκά ή υποτιμητικά "κόρη μου"
κυρίες μαμάδες και κόρες να τρώνε παγωτό μηχανής από τον Κρίνο
την "πάρτε σπίρτα δε βλέπω"
τον πάντα μεθυσμένο και χαρούμενο τραγουδιστή με τα ακουστικά
την κυρία με τις βεντάλιες που σου φωνάζει πόσο σε αγαπάει
την κυρία με τα μαντήλια
εκθέσεις φυτών, βιβλίων, σεκιουριτάδων, τραπεζών και γιάπηδων
βιτρίνες ρετρό
ό,τι πάρεις 1 ευρώ
κουλούρια
λακούβες
τον καλύτερο καφέ της πόλης στο Χάρβεστ
μια Μπιενάλε
πρόχειρα ινσταλέισον
μπαμπάδες με ποδήλατα
τοξικομανείς
το Μαγκαζέ μαζί με τις μνήμες της τελευταίας δεκαετίας
την Αγία Ειρήνη με νιου λουκ
ουρά για φαλάφελ, το νέο πρέπει να φας
ουρά για μάμα-ρου, το παλιό πρέπει να φας
ουρά για σουβλάκι στον Κώστα, το νέο-παλιό πρέπει να φας
μηχανές σε διάφορες αποχρώσεις να τρέχουν ή σταθμευμένες
ένα στάρμπακς που έχει ξεμείνει
το τρενάκι λίγο πιο πέρα
κι έναν Παρθενώνα στο βάθος σαν το καλύτερο πόστερ του κόσμου
από αυτά που δε βγαίνουν σε αντίτυπα
όσα αντίτυπα κι αν έχουν βγει
κάπως έτσι ψαρεύω την τύχη μου καθημερινά
και κάποιος μου είπε ότι στον Κρίνο έχει και την καλύτερη τυρόπιτα με σουσάμι
θα την φάω πριν γίνει πρέπει-να-φας
κλπ


Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2013

*victory

στο απένταντι μπαλκόνι η γυναίκα μαζεύει τα ξερόκλαδα από τα λουλούδια της
ο άντρας διαβάζει ένα βιβλίο  
εκείνη σκύβει και τον φιλάει
Νοέμβριος και αγαπιούνται ακόμα
στη βεράντα 
εκτός καιρού
άχρονα
κόντρα 
κάπως έτσι θα μπορούσε να είναι η ζωή
έτσι απλή
έτσι απλά

*για τη Βίκυ




Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2013

*σκυλάδικο[ ]

τι σε νοιάζει
πώς νιώθω
τι με νοιάζει
και μένα

δεν υπάρχει μεγαλύτερο ψέμα

[κι όταν φύγεις στείλε μου δέμα
την αγάπη που σκίζει το δέρμα
και την φτύνεις σαν νάτανε φλέμα]

τι πειράζει
που μόνος
τι πειράζει
που ξένος

δεν υπάρχει μεγαλύτερο μένος

[κι όταν έρθεις πούλα με σθένος
την αγάπη που ζεις σαν Παρθένος
σαν μια κούκλα που βάφτισες Ρένο(ς)]

άλλη μία
για μένα
άλλη μία
για σένα

μακριά μ' αροπλάνα και τρένα

[και ντυμένος πάντα στην πένα
την καρδιά θα την βάψω με χένα
σαν και τότε που με φώναζαν Λένα]